Χάος. Αυτή είναι η λέξη που περιγράφει τα κέντρα φιλοξενίας μεταναστών στην Ελλάδα και περιλαμβάνεται στο δημοσίευμα της Wall Street Journal, το οποίο κάνει μια αναλυτική περιγραφή των συνθηκών που επικρατούν στη χώρα. Μάλιστα, όπως προκύπτει από στοιχεία και πληροφορίες που έχει συγκεντρώσει η εφημερίδα, έως και 13.000 άνθρωποι, οι οποίοι έχουν καταγραφεί στους χώρους φιλοξενίας μεταναστών και προσφύγων, αγνοούνται και θα μπορούσαν να έχουν κατευθυνθεί βόρεια στην Ευρώπη.
Το παραπάνω εύρημα – μαζί με πολλά ακόμη – προέρχεται από Ευρωπαίους αξιωματούχους αρμόδιους για το θέμα της μετανάστευσης και προκύπτει ύστερα από αξιολόγηση της κατάστασης στο Αιγαίο. Τι δείχνουν τα στοιχεία; Σύμφωνα με την εφημερίδα, ότι “η Ελλάδα δεν κατέστη αδιέξοδο για τους μετανάστες, όπως ήθελε η Ευρώπη”.
Όπως υπολογίζεται από την ελληνική πλευρά, περίπου 63.000 μετανάστες βρίσκονται σε χώρους φιλοξενίας και περιμένουν να δρομολογηθούν οι διαδικασίες, για να μεταφερθούν σε νησιά και σε άλλα μέρη της χώρας. Οι αρμόδιοι αξιωματούχοι εκτός Ελλάδας, σημειώνουν πως για τους 50.000 εξ αυτών, υπάρχει πληροφόρηση για το πού βρίσκονται.
Οι υπόλοιποι “δεν εντοπίζονται για μήνες”, παρατηρεί ένα αξιωματούχος που έλαβε μέρος στην επιθεώρηση, εκτιμώντας πως θα μπορούσαν να έχουν κατευθυνθεί είτε προς κάποιο μέρος μέσα στην Ελλάδα, είτε στα Βαλκάνια, ή ακόμη να βρίσκονται και βορειότερα στην Ευρώπη.
Οι συγκεκριμένοι άνθρωποι αναφέρονται ως “no-shows”. Κανείς δεν ξέρει πού βρίσκονται, λέει ένας ακόμη αξιωματούχος.
Σημειωτέον πως σύμφωνα με ξένους και Έλληνες αξιωματούχους, κάθε εβδομάδα, περίπου 500 μετανάστες περνούν τα σύνορα της Βόρειας Ελλάδας και συνεχίζουν το ταξίδι τους για το εσωτερικό της Ευρώπης, με τη βοήθεια των λαθρεμπόρων.
Ανώτατος Έλληνας αξιωματούχος σχολιάζει πως πρόκειται για ένα πρόβλημα που αντιμετωπίζουν όλες οι χώρες με εισροές: “Είναι αδύνατον να σφραγιστούν εντελώς τα σύνορα”, σημειώνει. Πάντως, αναφέρει πως λόγω των προσπαθειών που καταβάλλονται, ο ρυθμός των μεταναστών που περνούν από την Ελλάδα στις βαλκανικές χώρες είναι κοντά στα επίπεδα πριν από το ξέσπασμα της κρίσης το 2015.