Πριν από λίγα χρόνια, μια επιστημονική συνάντηση βιολόγων στο Ηράκλειο της Κρήτης έδωσε αφορμή ν’ ακουστούν κραυγές, πρωτοφανείς για μέλη επιστημονικής κοινότητας, κατά της «εμμονής της Εκκλησίας» να έχει άποψη στο θέμα της δημιουργίας του σύμπαντος. Εξάλλου, ο μαχητικός αθεϊστής Richard Dawkins γράφει ότι ο Francis Crick, ένας από τους θεμελιωτές της επανάστασης στη μοριακή γενετική, «παραιτήθηκε από τη θέση του ως εταίρου του Κολεγίου Churchill στο Cambridge λόγω της απόφασης του Κολεγίου να χτίσει παρεκκλήσι, κατ’ εντολήν ενός από τους ευεργέτες».
Τέλος, μια μορφωμένη κυρία, που πιστεύει ότι με τη φιλοσοφία μπορεί να φτάσει στην τέλεια αυτογνωσία, μου απάντησε με φρίκη –όταν της είπα πως μια αγράμματη γιαγιά μπορεί να γίνει αγία μόνο και μόνο επειδή πηγαίνει με απλότητα στην εκκλησία κάθε Κυριακή– πως μια τέτοια αγία μόνο κατασκευασμένη από την Εκκλησία μπορεί να είναι και η ίδια «ποτέ δεν πρόκειται να την προσκυνήσει». Η απάντησή της προκάλεσε φρίκη σε μένα, γι’ αυτό, με τις ευχές μου, της αφιερώνω και το παρόν άρθρο.
Όμως, παρά το γύρισμα της πλάτης του σύγχρονου μορφωμένου ανθρώπου στο χριστιανικό παρελθόν της Ευρώπης, αλλά και της Ελλάδας, δεν έχω δει μέχρι τώρα ούτε μία σοβαρή κριτική κατά του χριστιανισμού. Όσοι ασκούν κριτική, πλάθουν ένα φανταστικό ομοίωμα του χριστιανισμού και στη συνέχεια ασκούν κριτική σ’ αυτό –στον καθολικισμό, στον προτεσταντισμό, στον ηθικισμό, στους μεσαιωνικούς θεολόγους που δημιουργούσαν αυθαίρετα «δόγματα» και προσπαθούσαν να τα επιβάλουν στους ανθρώπους, στους διεφθαρμένους κληρικούς, σε διάφορες απλοϊκές λαϊκές θρησκευτικές ιδέες κ.τ.λ.
Τα τελευταία χρόνια αυξάνεται η βιβλιογραφία που δίνει πληροφορίες για την αυθεντικότητα του χριστιανισμού. Η βιβλιογραφία αυτή βέβαια είναι σχεδόν αποκλεισμένη από τα γενικά βιβλιοπωλεία (παρόλο που φιλοξενούν ολόκληρα ράφια με βιβλία για το μυστικισμό της Άπω Ανατολής και τα δυτικά υποπροϊόντα του) και βρίσκεται μόνο σε εξειδικευμένα «χριστιανικά βιβλιοπωλεία», εκεί όπου δε μπαίνει ποτέ ο ανυποψίαστος αναγνώστης, αλλά εκεί ακριβώς όπου πρέπει να την αναζητήσει ο συστηματικός και αντικειμενικός ερευνητής.
Σε αυτό το χριστιανισμό θα ήθελα κριτική. Σημειωτέον όμως, ότι η απλή απιστία δεν είναι κριτική. Κριτική σε μια επιστήμη (επιτρέψτε μου να χαρακτηρίσω το χριστιανισμό επιστήμη, γιατί δεν είναι αλήθεια ότι βασίζεται στην τυφλή πίστη) γίνεται μόνο με τη χρήση των δικών της μεθόδων και επαλήθευση ή διάψευση των υποτιθέμενων αποτελεσμάτων τους. Και η «μέθοδος» του χριστιανισμού για την «ανακάλυψη» του Θεού, δηλαδή για τη συνάντηση μαζί Του, δεν είναι η έκσταση ούτε η μηχανική επανάληψη κάποιων λατρευτικών τύπων, αλλά η κάθαρση της καρδιάς από τα πάθη και το άνοιγμά της στην ταπεινή αγάπη που ενώνει όλα τα πλάσματα του σύμπαντος.
Η προσπάθεια αυτή βέβαια μπορεί να είναι επίπονη και μακροχρόνια, όπως κάθε επιστημονική σπουδή. Και, όπως κάθε σοβαρή έρευνα που αποσκοπεί στην ανακάλυψη νέας γνώσης, δε γίνεται από έναν άνθρωπο μόνο, αλλά με τη συνεργασία περισσότερων, έμπειρων στην ίδια επιστήμη, που κατευθύνουν στην αρχή τον αρχάριο ερευνητή, αλλά δεν τον ποδηγετούν ούτε τον καταπνίγουν, ούτε φυσικά και του υποβάλλουν κάποια συμπεράσματα. Συνεργάζονται μαζί του και στη συνέχεια τον αφήνουν να προχωρήσει ο ίδιος στο δρόμο των ανακαλύψεων.
Οι έμπειροι αυτοί συνεργάτες –η «επιστημονική επιτροπή» του «διδακτορικού» μας– είναι οι άγιοι. Ακόμη και οι «μικροί άγιοι», οι ταπεινοί αλλά σοφοί χριστιανοί που μπορεί να συναντήσεις στο δρόμο σου, που δεν κάνουν «θαύματα», αλλά έχουν ανοίξει την καρδιά τους και έχουν εγκαταστήσει την αγάπη μέσα τους. Φυσικά ένας «μορφωμένος», που κατέχει τις επιστήμες ή τη φιλοσοφία, δύσκολα θα καταδεχόταν να γίνει μαθητής τους.
Έτσι σας έστησα, φαινομενικά, μια παγίδα. Σας προκαλώ να βρείτε έναν άσημο, άγνωστο, ταπεινό, πιθανόν ολιγογράμματο και ηλικιωμένο, αλλά ευσεβή άνθρωπο, άντρα ή γυναίκα, και να του ζητήσετε να σας βοηθήσει να «ανακαλύψετε το Θεό» ή, τέλος πάντων, να ανακαλύψετε αν υπάρχει Θεός. Θα πρέπει όμως να κάνετε ό,τι σας λέει. Στην αρχή η καρδιά σας μπορεί να πονέσει, γιατί θα σπάνε κομμάτια από μέσα της –περιττά κομμάτια, που θα πέφτουν σ’ ένα νοερό κάδο.
Μην ξεχνάτε πως ο Χριστός γεννήθηκε σ’ ένα στάβλο και μεγαλώνοντας δεν είχε «πού την κεφαλήν κλίνει». Μπορεί ο δικός μου δάσκαλος νά ’ναι τυλιγμένος σε κουρέλια, να τον σιχαίνομαι, και να χρειάζεται να του πηγαίνω κάθε μέρα ένα πιάτο φαγητό για να ζήσει –τα μάτια του όμως μάλλον θα με αποζημιώνουν για την προσπάθεια που θα καταβάλλω στην «υπηρεσία» του.
Συνεχίζεται η παγίδα: αν, με τον καιρό, η καρδιά σας δεν ειρηνεύει, ίσως να μην έχετε βρει τον κατάλληλο άνθρωπο, όπως δε βρίσκουμε πάντα από την αρχή τον κατάλληλο γιατρό, διατροφολόγο ή γυμναστή, και να χρειαστεί να τον αλλάξετε. Δώστε πάντως στο Θεό το περιθώριο που θα δίνατε στον εαυτό σας, για να σπουδάσετε μια επιστήμη, με την οποία είστε εντελώς άσχετος: ας πούμε, τέσσερα χρόνια βασικό πτυχίο, δύο χρόνια μάστερ και τρία χρόνια διδακτορικό.
Νομίζω πως εννιά χρόνια μαθητείας σ’ έναν ορθόδοξο «γέροντα» ή «γερόντισσα» (έτσι λέμε τον πνευματικό δάσκαλο, αλλά μπορεί και να μην είναι γέρος –αν και μάλλον θα έχει κάποια ηλικία, αν έχει προχωρήσει στο δρόμο που σας ενδιαφέρει) είναι υπεραρκετά για να επιτρέψουν στο Θεό να βρει ανοιχτή την καρδιά σας και να σας αποκαλύψει την απέραντη αγάπη Του, έτσι απλά, σαν «αύρα λεπτή» (Γ΄ Βασιλειών, 29, 122), χωρίς να χρειαστεί να μασήσετε φύλλα δάφνης, να χορέψετε ιερούς χορούς ή ν’ ανεβείτε σε μαντικό τρίποδα. Για να μη σας απογοητεύω, ίσως να χρειαστεί πολύ μικρότερο διάστημα από εννιά χρόνια –ίσως είστε έτοιμος, αλλά δεν το ξέρετε.Ο καιρός θα δείξει.
Μπορεί το δάσκαλό σας να τον αναζητήσετε σε μοναστήρια, αλλά μπορεί και σε γηροκομεία, ΚΑΠΗ ή φτωχογειτονιές3. Μπορεί και να είναι η μητέρα σας, η γιαγιά σας ή μια γριά θεία που έχετε παραμελήσει… Ξέχασα να σας πω πάντως ότι θα πρέπει να είναι χριστιανός ορθόδοξος, επί της ουσίας (χωρίς να αποκλίνει ούτε «ανατολικά» ούτε «δυτικά»), γιατί… τέλος πάντων η ορθοδοξία είναι η επιστήμη ανακάλυψης του Θεού που θεωρώ έγκυρη. Οι μέθοδοι των διαφόρων θρησκειών μπορεί να σας οδηγήσουν ν’ ανακαλύψετε τον «εσώτερο εαυτό σας», αλλά τώρα ερευνούμε το αν υπάρχει Θεός, έτσι δεν είναι;
Φυσικά υπάρχουν και εξαιρετικά μορφωμένοι χριστιανοί δάσκαλοι. Ο μητροπολίτης Μεσογαίας Νικόλαος π.χ. είναι πυρηνικός φυσικός, πρώην εργαζόμενος στη ΝΑSΑ, και σήμερα κατέχει διάφορες θέσεις στο ελληνικό επιστημονικό στερέωμα. Όμως η ανάληψη μαθητείας σ’ έναν κατά κόσμον αγράμματο, αλλά κατά Θεόν σοφό, μπορεί να γκρεμίσει τις βεβαιότητές σας για την επάρκεια της δικής σας μόρφωσης.
Τέλος η ειρωνεία συνεχίζεται, μόνο που, πιστέψτε με, δεν είναι καθόλου ειρωνεία– μη με ρωτήσετε αν έχω ανακαλύψει εγώ αυτό που εσείς ζητάτε ν’ ανακαλύψετε. Αν απαντήσω όχι, ίσως σας σκανδαλίσω – κι αν απαντήσω ναι, ίσως πω ψέματα ή, κι αν έχω φτάσει κάπου, ίσως το χάσω. Έτσι κι αλλιώς δεν είμαι εγώ ο δάσκαλος που αναζητάτε, είμαι απλά ένας μέτριος έως κακός συμμαθητής.
Πώς είπατε; Δεν πιστεύετε στο Θεό; Σας το είπαν οι φιλόσοφοι, οι επιστήμονες και οι καλλιτέχνες του αιώνος τούτου; Πιστεύετε μόνο στη «θετική ενέργεια» και στις κρυμμένες δυνάμεις του ίδιου του ανθρώπου; Σας το είπαν οι σοφοί της ανατολής, που επεδήμησαν στο δυτικό κόσμο, για να απορρίψουν τα παραδοσιακά δόγματα και να σας βοηθήσουν να διαμορφώσετε τα δικά σας;
Μάλλον χωρίς μια εννιάχρονη μαθητεία σε κάποιον που δύσκολα θα καταδεχτείτε να θεωρήσετε δάσκαλο, δε δικαιούστε να είστε και τόσο βέβαιοι.