Στις 27 Σεπτεμβρίου του 1831 η αναγεννημένη Ελλάδα έχασε τον μεγαλύτερο πολιτικό της σύγχρονης ιστορίας της, τον Ιωάννη Καποδίστρια, από τις σφαίρες της οικογένειας αδελφό του Πετρόμπεη Μαυρομιχάλη. Τα όπλα των δολοφόνων όπλισαν ο τοπικός λαϊκισμός και η φαυλοκρατία και ενθάρρυναν ξένες δυνάμεις, η Αγγλία και η Γαλλία. Αν ο μέγιστος αυτός Έλληνας είχε παραμείνει για μεγαλύτερο διάστημα στο πηδάλιο της χώρας, δεν υπάρχει αμφιβολία ότι, η Ελλάδα θα
είχε καλύτερη πορεία στο μέλλον. Αλλά και στα λίγα χρόνια της διακυβέρνησής του, το έργο που συντελέστηκε ήταν τεράστιο. Ένας διεθνούς επιπέδου διπλωμάτης και πολιτικός, άνθρωπος με απίστευτα αποθέματα δύναμης και αντοχής, που δε δέχτηκε ποτέ το μισθό του ως κυβερνήτης. Πιο σωστά ακόμα, έπαιρνε το μισθό του και αμέσως τον έδινε σε κάποια χήρα ή ορφανό.
είχε καλύτερη πορεία στο μέλλον. Αλλά και στα λίγα χρόνια της διακυβέρνησής του, το έργο που συντελέστηκε ήταν τεράστιο. Ένας διεθνούς επιπέδου διπλωμάτης και πολιτικός, άνθρωπος με απίστευτα αποθέματα δύναμης και αντοχής, που δε δέχτηκε ποτέ το μισθό του ως κυβερνήτης. Πιο σωστά ακόμα, έπαιρνε το μισθό του και αμέσως τον έδινε σε κάποια χήρα ή ορφανό.
Στις 30 Μαρτίου 1827 η Εθνοσυνέλευση της Τροιζήνας τον εξέλεξε Κυβερνήτη και έπειτα από διαβουλεύσεις στις ευρωπαϊκές πρωτεύουσες για την εξασφάλιση υποστήριξης στο νεοσύστατο ελληνικό κράτος έφτασε στο Ναύπλιο στις 7 Ιανουαρίου 1828. Μαζεύει πολλά χρήματα από δάνεια και προσφορές, ώστε όταν φθάνει στην Ελλάδα έχει ήδη έτοιμο το πρώτο ελληνικό δημόσιο ταμείο.Γεννήθηκε στην Κέρκυρα στις 11 Φεβρουαρίου 1776.
Ο πατέρας του καταγόταν από οικογένεια ευγενών. Σπούδασε ιατρική, φιλοσοφία και νομικά στο Πανεπιστήμιο της Παταβίας (Πάντοβα) της Ιταλίας. Το 1809 ο Καποδίστριας εισήλθε στη διπλωματική υπηρεσία της Ρωσίας, κατόπιν προσκλήσεως του Τσάρου Αλέξανδρου Α΄, αφού τα προηγούμενα έτη είχε διατελέσει Διοικητής της Ιονίου Πολιτείας και Γραμματέας της Επικρατείας. Μετά από μεγάλες διπλωματικές επιτυχίες, ο Τσάρος τον έχρισε Υπουργό Εξωτερικών της Ρωσικής Αυτοκρατορίας από το 1816 έως και τι 1822. Το 1822 εγκαταστάθηκε στη Γενεύη λαμβάνοντας τον τίτλο του επίτιμου πολίτη. Μένει εκεί έως το 1827.
Ήθελε να κάνει την Ελλάδα ένα ισχυρό κράτος, γι’ αυτό και πήρε μέτρα αμέσως μόλις έφτασε από το εξωτερικό. Πίστευε πως η σωτηρία της Ελλάδας μόνο από τη θάλασσα μπορεί να έρθει και γι’ αυτό και οργάνωσε τον διαλυμένο ελληνικό εμπορικό στόλο. Πάταξε την πειρατεία στην οποία μετά μανίας είχαν αρχίσει να επιδίδονται οι ηρωικοί πυρπολητές του Αγώνα. Μετέτρεψε σε οργανωμένο στρατό τις μικρές και σκόρπιες αντάρτικες ομάδες, ίδρυσε τη Στρατιωτική Σχολή Ευελπίδων που υπάρχει ακόμα και σήμερα και που αρχικά λειτούργησε στο Ναύπλιο επί των ημερών του. Παράλληλα, συγκρότησε ομάδες καταδρομών υπό τον Δημήτριο Υψηλάντη για την εκδίωξη των τελευταίων Τούρκων στη Στερεά.
Επιπλέον, ίδρυσε Εθνική Τράπεζα, αλλά με το θάνατό του την κατήργησαν οι παρατραπεζίτες. Στα πλαίσια αυτά, έφτειαξε μία νέα εθνική νομισματική μονάδα, τον Φοίνικα, αντικαθιστώντας το τουρκικό γρόσι.
Γέμισε την Ελλάδα γεωργικές σχολές, γιατί πίστευε στην επιστημονική καλλιέργεια της γης, η οποία αποτελούσε νέα πηγή εσόδων για την ελληνική οικονομία. Πρώτος εισήγαγε στην Ελλάδα την καλλιέργεια της πατάτας, και από τότε αυτή έγινε μέρος της διατροφής του Έλληνα. Ενθάρρυνε την καλλιέργεια και την ανάπτυξη της μουριάς και έμαθε στους Έλληνες ότι ο μεταξοσκώληκας είναι ένα έντομο που δόξασε την Κίνα (όπως και το Βυζάντιο).
Για να καταπολεμήσει την υπάρχουσα αταξία του εκκλησιαστικού βίου, τις καταχρήσεις ολίγων κληρικών και για να επιβάλλει τον περιορισμό του κλήρου στα εκκλησιαστικά έργα του, διόρισε μια επιτροπή αρχιερέων ενθαρρύνοντάς τους να λειτουργήσουν ως οργανωμένο θεσμικό σώμα.
Όμως το μεγάλο του πάθος ήταν η παιδεία, παρά τα όσα διέδιδαν οι αντίπαλοί του. Φιλοδοξούσε να κάνει το νησί μας, το νησί της Αίγινας, κάτι σαν νησίδα της παιδείας. Έδωσε εντολή στον Αντρέα Μουστοξύδη που ήταν ένα είδος υπουργού Παιδείας να οργανώσει στην Αίγινα ένα σχολείο – ορφανοτροφείο για τα ορφανά του πολέμου, που σε ελάχιστο χρόνο έγινε ένα υποδειγματικό εκπαιδευτικό ίδρυμα. Συγκέντρωσε εκεί τους δασκάλους του γένους τόσο από την Ελλάδα, όσο και από τον ελληνισμό της διασποράς και τους άφησε να παραθερίζουν συζητώντας αδιάκοπα για το μέλλον της παιδείας.
Αν και δημιούργησε ελληνικό και γαλλικό τυπογραφείο στην Αίγινα, πραγματοποίησε διώξεις εναντίον του Τύπου. Κριτική του ασκήθηκε και για την τοποθέτηση των δύο αδελφών του Βιάρου και Αυγουστίνου στις δύο θέσεις, αυτές του αρχιναυάρχου και αρχιστράτηγου αντίστοιχα. Κάποιοι ιστορικοί φτάνουν στο σημείο να θεωρούν ότι αυτές οι επιλογές έπαιξαν καθοριστικό ρόλο στην πτώση του Κυβερνήτη.
Ο πρώτος εθνικός διχασμός είναι πραγματικότητα το 1831. Οι πιο ισχυρές, και από οικονομικής και από πολιτικής απόψεως οικογένειες που υπάρχουν στην Ελλάδα και πριν και κατά και μετά την Επανάσταση, ήταν αυτοί των Κουντουριωτών και Μιαούληδων της Ύδρας, κι ήταν αυτοί που οργάνωσαν την αντιπολίτευση κατά του Κυβερνήτη. Ανακηρύσσουν την Ύδρα αυτόνομο και ανεξάρτητο κράτος.
Όμως πριν την ανταρσία της Ύδρας, στο λιμάνι της Μάνης οι άρχοντες της περιοχής υψώνουν την επαναστατική σημαία. Μάλιστα, καταρτίζουν και επαναστατική επιτροπή και ξεκινούν να ελευθερώσουν την Καλαμάτα απ τους… Έλληνες. Ο Καποδίστριας έθεσε υπό επιτήρηση όσους άρχοντες ζούσαν στο Ναύπλιο. Τότε ο Πετρόμπεης Μαυρομιχάλης ζήτησε να πάει στη Μάνη, για να κατευνάσει τα πνεύματα και, επειδή ο Καποδίστριας δεν το επέτρεψε, το έσκασε. Συνελήφθη και κλείστηκε στην Ακροναυπλία.
Ο Καποδίστριας δολοφονήθηκε την Κυριακή 27 Σεπτεμβρίου 1831 σε ηλικία 55 ετών, στην πόρτα της εκκλησίας του Αγίου Σπυρίδωνα του Ναυπλίου από τον αδελφό του Πετρόμπεη Μαυρομιχάλη, Κωνσταντίνο, και τον γυιο του, Γεώργιο. Πυροβολούν και οι δύο μαζί, αλλά ο Γεώργιος αστοχεί και τον καρφώνει στην καρδιά ο Κωνσταντίνος. Ο Κυβερνήτης είναι νεκρός. Και μαζί του η Ελλάδα που ονειρεύτηκε, μια πολύ καλύτερη Ελλάδα.