Οι «εύκολες» υποσχέσεις Πούτιν – Ερντογάν για οικονομική συνεργασία και γιατί είναι αναπόφευκτη μια νέα αντιπαράθεση των δυο χωρών. Το «μάθημα» του Χένρι Κίσσινγκερ, τα πραγματικά αγκάθια στη σχέση Μόσχας-Αγκυρας και ο ρόλος των ΗΠΑ.Όπως έλεγε ο Χένρι Κίσσινγκερ, στις διεθνείς σχέσεις τα κράτη δεν έχουν μόνιμους φίλους ή εχθρούς, μόνο συμφέροντα. Αυτό το μάθημα «ακούστηκε» χθες στην Αγία Πετρούπολη, όπου ο Τούρκος πρόεδρος Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν είπε «περασμένα-ξεχασμένα» στον «αγαπητό φίλο, τον αξιοσέβαστο Βλαντιμίρ» σε μια ειρωνική (και κάπως υπερβολική) επίδειξη διπλωματικής συμφιλίωσης.
Κατά τη διάρκεια μόλις ένδεκα μηνών, η Τουρκία και η Ρωσία πήγαν απ’ το να χαρακτηρίζουν η μία την άλλη τον Νο 1 δημόσιο εχθρό, στο να «τα λένε» σαν παλιοί φίλοι. Ο Ερντογάν και ο Ρώσος πρόεδρος Βλαντιμίρ Πούτιν φαίνεται να αντιμετωπίζουν την κατάρριψη τον Νοέμβριο του 2015 του ρωσικού μαχητικού Su-24 από τουρκικά F-16, και τη διαμάχη που ακολούθησε, ως μια ανωμαλία σε μια κατά τα άλλα φιλική σχέση. Όπως είπε ο Πούτιν, «προτεραιότητά μας είναι να επαναφέρουμε τις σχέσεις μας στο επίπεδο που βρίσκονταν πριν την κατάρριψη του αεροσκάφους» – βασικά, να ξεπεραστεί αυτό το άσχημο επεισόδιο και να ομαλοποιηθεί η σχέση τους.
Αυτό όμως δεν είναι τόσο εύκολο. Η Τουρκία και η Ρωσία ήδη βρίσκονταν σε μια αναπόφευκτη πορεία σύγκρουσης πριν την κατάρριψη του ρωσικού μαχητικού στη Συρία. Η Ρωσία, από τη μια πλευρά, εργάζεται χρόνια τώρα να διατηρήσει μια σφαίρα επιρροής έναντι του Δυτικού «εναγκαλισμού», και, μέσω των στρατιωτικών επιχειρήσεών της στη Γεωργία το 2008 και στην Ουκρανία το 2014, έδειξε ότι είναι έτοιμη να χρησιμοποιήσει βία όταν κρίνει απαραίτητο για να κρατήσει υπό έλεγχο τους γείτονές της και να κρατήσει σε απόσταση τους μεγαλύτερους αντιπάλους της.
Όμως, αυτές οι ενέργειες της Ρωσίας απλώς μεγάλωσαν την αποφασιστικότητα των ΗΠΑ να υπερασπιστούν τους συμμάχους τους στη ρωσική περιφέρεια, βαθαίνοντας έτσι την αντιπαράθεση Ουάσινγκτον-Μόσχας. Για να κάνει την Ουάσινγκτον να πάρει στα σοβαρά τις απαιτήσεις της, η Μόσχα χρειάζονταν να εμφανιστεί τόσο ως διαφθορέας, όσο και ως μεσολαβητής σε μια σύγκρουση που αποσπούσε την προσοχή των ΗΠΑ.
Πρώτα, η σύγκρουση αυτή ήταν στο Ιράν, όταν όμως οι ΗΠΑ διαπραγματεύτηκαν και κατέληξαν σε συμφωνία για τα πυρηνικά της χώρας, η Ρωσία έστρεψε την προσοχή της στη Συρία.
Εν τω μεταξύ, τα κενά εξουσίας «απλώνονταν» σε όλη τη Μέση Ανατολή, με αποτέλεσμα, σταδιακά, η Τουρκία να αρχίσει να ενεργεί εκτός συνόρων. Καθώς συνεχίζονταν ο εμφύλιος πόλεμος στη Συρία, η Τουρκία από τη μία ανησυχούσε για την αστάθεια και την εξάπλωση του αυτονομιστικού κινήματος των Κούρδων, και από την άλλη δελεάστηκε από την ευκαιρία να αναμορφώσει την Εγγύς Ανατολή υπό τον έλεγχο των Σουνιτών και την κηδεμονία της Τουρκίας.
Μόλις η Ρωσία αποφάσισε να εμβαθύνει την εμπλοκή της στη Συρία, η τουρκική κυβέρνηση έκανε σχέδια να παρέμβει για να αντιμετωπίσει τις κλιμακούμενες απειλές των Κούρδων και του Ισλαμικού Κράτους. Η Τουρκία και η Ρωσία, όταν και οι δυο βρίσκονται σε δρόμο επανάκαμψης, έχουν αλληλοκαλυπτόμενες σφαίρες επιρροής στην περιοχή της Μαύρης Θάλασσας, σε περιοχές της Μέσης Ανατολής, στον Καύκασο και στην Κεντρική Ασία.
Σε αυτή τη συγκεκριμένη κρίσιμη γεωπολιτικά στιγμή, η Μέση Ανατολή ήταν η περιοχή στην οποία συγκρούστηκαν Τουρκία και Ρωσία. Και, όσο και αν ωφελήθηκαν οι ΗΠΑ από την αντιπαράθεση που είχε η Τουρκία με τη Ρωσία, που καθιστούσε την Άγκυρα πιο προσηλωμένη στο ΝΑΤΟ, ο Λευκός Οίκος αποφάσισε πως θα ήταν καλύτερα να διευκολύνει την επαναπροσέγγιση Μόσχας-Άγκυρας, αν αυτό θα σήμαινε την μείωση του κινδύνου μιας ακόμα σημαντικής σύγκρουσης από ατύχημα στο μέτωπο της Συρίας, που θα μπορούσε να συμπαρασύρει και τις ΗΠΑ.
Ο Πούτιν και ο Ερντογάν χρησιμοποιούν μια σειρά οικονομικών υποσχέσεων για να δείξουν στον κόσμο ότι οι Τουρκο-Ρωσικές σχέσεις έχουν αποκατασταθεί και όλα είναι καλά, όμως στην πραγματικότητα τίποτα δεν έχει αλλάξει στην ευρύτερη γεωπολιτική δυναμική, ώστε να επιλυθεί η υποβόσκουσα προστριβή των δυο χωρών.
Αυτός, πιθανότατα, είναι ο λόγος για τον οποίον ο Πούτιν και ο Ερντογάν πραγματοποίησαν συνέντευξη Τύπου αφού συζήτησαν την άρση των εμπορικών απαγορεύσεων, την αποκατάσταση των τουριστικών ροών και την επανάληψη της ενεργειακής συνεργασίας, αλλά προτού συζητήσουν το θέμα της Συρίας.
Η οικονομική συνεργασία είναι το εύκολο κομμάτι. Τόσο η Ρωσία όσο και η Τουρκία επωφελούνται από την συνεργασία σε επιχειρηματικό επίπεδο. Η Τουρκία δεν μπορεί να ζήσει χωρίς το ρωσικό φυσικό αέριο, και η Ρωσία χρειάζεται μια εναλλακτική διαδρομή προμήθειας προς την Ευρώπη, όπως είναι ο Turkish Stream, που παρακάμπτει τις προβληματικές χώρες όπως η Ουκρανία. Ακόμα και αν υπάρχουν αποκλίσεις σε ότι αφορά τις εκπτώσεις στις τιμές και τους κανονισμούς, όπως υπάρχουν πάντα σε μεγάλα έργα, το κόστος για την Τουρκία και τον Ερντογάν να προωθήσουν μια τέτοια οικονομική συνεργασία στο υψηλότερο επίπεδο, είναι ελάχιστο.
Η Συρία, όμως, είναι μια περιοχή που η Ρωσία και η Τουρκία βρίσκονται αναπόφευκτα σε εκ διαμέτρου αντίθετη θέση. Η συνεχιζόμενη μάχη στο Χαλέπι είναι μια χαρακτηριστική περίπτωση. Ο Πούτιν και ο Ερντογάν μπορούν να συζητούν την επιθυμία τους για ειρηνευτική συμφωνία στη Συρία, όμως οι δυο βασικές πλευρές στην διαπραγμάτευση –οι υποστηριζόμενοι από τους Τούρκους Σουνίτες αντάρτες και οι υποστηριζόμενες από τη Ρωσία αλαουιτικές κυβερνητικές δυνάμεις- εξακολουθούν να μάχονται για τον έλεγχο της πόλης, που αποτελεί στρατηγικό σημείο.
Καμιά πλευρά δεν θα έρθει με σοβαρότητα στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων αν δεν έχει υπό τον έλεγχό της το Χαλέπι. Και, όπως φαίνεται από τις μάχες στην πόλη –την κατάληψη από τις φιλοκυβερνητικές δυνάμεις, την επίθεση των ανταρτών και την αντεπίθεση των φιλοκυβερνητικών- δεν βρισκόμαστε κοντά σε σημείο που να μπορούμε να πούμε πως οποιαδήποτε από τις δυο πλευρές ελέγχει την περιοχή.
Η Ρωσία θα χρησιμοποιεί την αντιπαράθεση στη Συρία κατά της Τουρκίας ακόμα και αν ο Πούτιν συνεργαστεί με τον Ερντογάν. Η Ρωσία θέλει να διασφαλίσει ότι η Τουρκία –που είναι κεντρικής σημασίας για οποιαδήποτε απόφαση του ΝΑΤΟ να ενισχύσει τις δυνάμεις του στη Μαύρη Θάλασσα και επίσης είναι σημαντικός παίκτης στον Καύκασο, όπου η Ρωσία προσπαθεί να αυξήσει την επιρροή της μέσω της διαμάχης στο Ναγκόρνο Καραμπάχ- θα αποφύγει όσο το δυνατόν περισσότερο τη Ρωσία.
Με τις προτεραιότητες της Τουρκίας επικεντρωμένες στη Συρία, η Μόσχα μπορεί να κρατήσει απασχολημένη την Τουρκία συνεχίζοντας να στηρίζει τους Κούρδους αυτονομιστές και περιπλέκοντας τους όποιους στρατιωτικούς σχεδιασμούς της Άγκυρας για τη Συρία, μέσω της ρωσικής παρουσίας στο μέτωπο του πολέμου.
Στον απόηχο της αποτυχημένης απόπειρας πραξικοπήματος στην Τουρκία, ο Πούτιν -ειδικός σε θέματα εσωτερικής ασφάλειας- μπορεί επίσης να επωφεληθεί από την ανταλλαγή πληροφοριών και να μεταφέρει στην κυβέρνηση Ερντογάν χρήσιμες τεχνικές κατά των πραξικοπημάτων, ώστε να κρατήσει κοντά την Τουρκία.
Ο Πούτιν και ο Ερντογάν είναι δυο ισχυροί άνδρες με μεγάλες γεωπολιτικές φιλοδοξίες. Δεν τους νοιάζουν οι φιλίες, είναι προσηλωμένοι στην επιδίωξη των εθνικών τους συμφερόντων. Να είστε βέβαιοι πως θα υπάρξουν μελλοντικά και άλλα σημεία στα οποία θα συγκρουστούν τα Τουρκικά και τα Ρωσικά εθνικά συμφέροντα.