Μετά το Brexit και τις αμερικανικές εκλογές το ιταλικό δημοψήφισμα της Κυριακής περιγράφεται από τους αναλυτές ως μια διαδικασία που θα κρίνει το μέλλον της ευρωζώνης. Εάν οι Ιταλοί ψηφίσουν «ναι» στη συνταγματική αναθεώρηση τότε η χώρα θα μεταρρυθμιστεί εκ βάθρων. Εάν ψηφίσουν όμως «όχι», η ετυμηγορία τους θα μπορούσε να δρομολογήσει την αρχή του τέλους για την ευρωζώνη. Οι Ιταλοί προσέρχονται στις κάλπες στις 4 Δεκεμβρίου για μία σειρά συνταγματικών αλλαγών.
Το ιταλικό δημοψήφισμα από πολλούς χαρακτηρίζεται ως η πιο σημαντική διαδικασία μετά το τέλος του Β Παγκοσμίου Πολέμου.
Οι μεταρρυθμίσεις, οι οποίες επηρεάζουν το ένα τρίτο του ιταλικού Συντάγματος, έχουν ήδη εγκριθεί από το κοινοβούλιο, αλλά από μια μικρή πλειοψηφία, γεγονός που σε τέτοιες περιπτώσεις εναποθέτει την τελική κρίση στα «χέρια» του ιταλικού λαού.
Ο Ρέντσι μπορεί να επιθυμεί με το δημοψήφισμα της Κυριακής να αλλάξει το πολιτικό σύστημα που όπως υποστηρίζει παραλύει την πολιτική ζωή της χώρας, αλλά οι ψηφοφόροι δεν φαίνεται να έχουν πειστεί καθώς οι δημοσκοπήσεις δείχνουν ότι θα υπερισχύσει το «όχι» γράφει η DW.
Ο Ιταλός πρωθυπουργός επικεντρώνει την καμπάνια του στη «σιωπηλή πλειοψηφία» και λέει ότι τώρα είναι η κατάλληλη ώρα για τις αλλαγές, αλλά οι ψηφοφόροι δεν θα ψηφίσουν για ένα απλό «ναι» ή «όχι» στο ερώτημα για συνταγματικές αλλαγές που θέτει το δημοψήφισμα.
Ο Ρέντσι είναι υπέρ της παραμονής, αλλά εάν χάσει κανείς δεν ξέρει τι θα συμβεί, ένα δημοψήφισμα μπορεί να ακολουθήσει και η ενδεχόμενη αποχώρηση της τρίτης μεγαλύτερης οικονομίας από την Ευρωζώνη δεν θα απειλήσει μόνο το νόμισμα, αλλά ολόκληρη την ΕΕ.
Το ντόμινο που θα ακολουθήσει χρησιμοποιείται από τον πρωθυπουργό και τους συμμάχους του ως προειδοποίηση για την ψήφο της Κυριακής και το παρουσιάζουν το δημοψήφισμα με το δίλημμα υπέρ της σταθερότητας ή υπέρ της καταστροφής.