Χρυσές τουλίπες» είναι ο τίτλος του βιβλίου του οικονομολόγου και πρώην υπουργού Παναγιώτη Ρουμελιώτη από τον Εκδοτικό Οργανισμό Λιβάνη…Με χαρακτηριστικό υπότιτλο «Πώς οι κερδοσκόποι χρεοκοπούν κράτη και πτωχεύουν κοινωνίες», ο συγγραφέας ανατρέχει σε όλες τις μεγάλες κρίσεις που συγκλόνισαν την παγκόσμια οικονομία για να καταλήξει στην κρίση η οποία συνεχίζει να πλήττει την Ευρώπη και την Ελλάδα.
Πρόλογος και επίλογος του βιβλίου:
«Στο βιβλίο αυτό θα προσπαθήσω να αναδείξω ένα βασικό θέμα: Πώς γίνεται διαχρονικά η αρπαγή πλούτου από τους κάθε είδους κερδοσκόπους που προκαλούν και εκμεταλλεύονται τις χρηματοπιστωτικές κρίσεις (π.χ. χρηματιστηριακές, συναλλαγματικές, πιστωτικές χρέους κ.ά.). Θα ανατρέξουμε, λοιπόν, στις μεγαλύτερες κρίσεις που αντιμετώπισαν ιστορικά οι διάφορες χώρες, και η παγκόσμια οικονομία γενικότερα, και θα επικεντρώσουμε την προσοχή μας στις δύο τελευταίες, στην κρίση των δομημένων στεγαστικών ομολόγων (subprimes), που ξέσπασε στις ΗΠΑ το 2007-2008, και την “Ευρωφούσκα”, που εκδηλώθηκε πρώτα στην Ελλάδα το 2010.
Ειδικότερα, στόχος μου είναι να αποδειχτεί ο αποσταθεροποιητικός και παρασιτικός ρόλος ορισμένων αδίστακτων κερδοσκόπων, και πολλές φορές τραπεζιτών, που με τη δίψα τους να πραγματοποιούν όλο και περισσότερα κέρδη δε διστάζουν να κερδοσκοπούν (π.χ. με μετοχές, νομίσματα, επιτόκια, ομόλογα, ακίνητα κ.ά.), να δημιουργούν πλασματική ευφορία και τελικά «φούσκες». Όταν, με τη σειρά τους, οι «φούσκες» αυτές σπάνε, τότε προκαλούνται τεράστιες οικονομικές και κοινωνικές ζημιές, τις οποίες οι φορολογούμενοι, και κυρίως τα φτωχά κοινωνικά στρώματα, καλούνται να πληρώσουν πολύ ακριβά.
Οι ίδιοι οι κερδοσκόποι που προκαλούν τις κρίσεις αυτές καταφέρνουν σχεδόν πάντα να κερδίζουν τόσο από τη δημιουργία των ‘’φουσκών”, όσο και από το σπάσιμό τους, ή τουλάχιστον, στην τελευταία περίπτωση, να περιορίζουν τις ζημιές τους με κρατικές συνήθως επιδοτήσεις και χρηματοδοτική στήριξη. Συνήθως, οι διασυνδέσεις των κερδοσκόπων με το πολιτικό σύστημα τους διευκολύνουν να προωθούν τα σχέδιά τους με ευνοϊκούς γι’ αυτούς νόμους και εποπτικούς μηχανισμούς, ώστε να κερδοσκοπούν ευκολότερα. Επίσης, όταν προκαλούνται οι κρίσεις, το πολιτικό σύστημα τους προστατεύει από την κατακραυγή της κοινωνίας, ώστε όταν ξεπεραστεί η κοινωνική οργή να συνεχίσουν ανενόχλητα την κερδοσκοπική δραστηριότητά τους, μέχρι να ξεσπάσει η επόμενη κρίση.
Αντίθετα, τα φτωχά και αδύναμα κοινωνικά στρώματα υφίστανται τις πολιτικές λιτότητας που εφαρμόζονται συνήθως για την αντιμετώπιση των κρίσεων, όπως και οι φορολογούμενοι, οι οποίοι καλούνται να πληρώσουν το κόστος των κρίσεων αυτών. Έτσι, τα φτωχά και αδύναμα στρώματα οδηγούνται σε μια διαδικασία φτωχοποίησης. Τα στρώματα αυτά είναι καταδικασμένα σε μείωση του εισοδήματός τους ή ανεργία, σε αυξήσεις φόρων, περιορισμούς στην περίθαλψη, την εκπαίδευση κ.λπ.
Όταν οι κερδοσκόποι βάζουν στο κερδοσκοπικό τους στόχαστρο κράτη, αρχικά πλουτίζουν από τη χρηματοδότηση που τους χορηγούν (π.χ. αγορά ομολόγων και άφθονες τραπεζικές πιστώσεις). Στη συνέχεια, και πριν σκάσουν οι «φούσκες», αποσύρονται απότομα και σταματούν κάθε νέα χρηματοδότηση των κρατών που θεωρούνται επισφαλή. Με τον τρόπο αυτόν τα κράτη αναγκάζονται να χρεοκοπήσουν, ενώ οι ίδιοι προσπαθούν να προστατευτούν πιέζοντας, και πολλές φορές εκβιάζοντας, για την επιστροφή των δανείων τους τόσο τις κυβερνήσεις των χωρών αυτών, όσο και τους διεθνείς οργανισμούς.
Τα κράτη που χρεοκοπούν χάνουν την πρόσβασή τους στις διεθνείς χρηματαγορές, με αποτέλεσμα να προκαλείται μεγάλη οικονομική κρίση. Οι πιστώσεις προς τις επιχειρήσεις και τα νοικοκυριά μηδενίζονται, η παραγωγή συρρικνώνεται, η ανεργία, κυρίως των νέων, αυξάνεται επικίνδυνα και η κοινωνική δυσαρέσκεια διογκώνεται. Η φτωχοποίηση που υφίστανται τα αδύναμα στρώματα, αλλά και η κοινωνία γενικότερα, οδηγεί σε κοινωνικές εκρήξεις και συγκρούσεις, καθώς και σε πολιτική αστάθεια κ.ά.
Η παγκόσμια κοινωνία έχει υποχρέωση να αυτοπροστατευτεί από την αστάθεια και αποσταθεροποίηση των χρηματοπιστωτικών αγορών που προκαλεί η άκρατη φιλελευθεροποίησή τους, καθώς και από την κερδοσκοπική δραστηριότητα των τραπεζών και των κερδοσκόπων. Οι προσπάθειες που αναλήφθηκαν μετά το ξέσπασμα της κρίσης του 2007-2008 θα πρέπει να εντατικοποιηθούν, ώστε να περιοριστεί ο κίνδυνος που απειλεί τις κοινωνίες από την εκδήλωση μιας νέας κρίσης, η οποία μπορεί να έχει τραγικές συνέπειες για την ανθρωπότητα.
Σήμερα, η παγκόσμια οικονομία κινδυνεύει να περιέλθει σε μια νέα σοβαρή κρίση. Τα χρηματιστήρια, και ειδικότερα οι τραπεζικές μετοχές, έχουν υποστεί μεγάλες ζημιές. Η Κίνα αντιμετωπίζει τη φυγή κεφαλαίων με χρησιμοποίηση των συναλλαγματικών αποθεμάτων της και ελεγχόμενη υποτίμηση του εθνικού της νομίσματος. Η αγορά πετρελαίου βρίσκεται σε πολύ χαμηλά επίπεδα και έχει προκαλέσει σημαντική μείωση των συναλλαγματικών εισπράξεων των χωρών παραγωγής πετρελαίου και φυσικού αερίου.
Πολλές επιχειρήσεις του ενεργειακού τομέα αδυνατούν να αποπληρώσουν τα δάνειά τους προς τις τράπεζες. Οι τελευταίες (π.χ. η Deutsche Bank) έχουν μεγάλη έκθεση σε ασφάλιστρα κινδύνου και ενδέχεται να πτωχεύσουν, προκαλώντας μια νέα συστημική κρίση. Τα συμφέροντα των κοινωνιών, και ιδιαίτερα των αδυνάμων και των φτωχών, είναι αυτά που πρέπει να προστατεύονται και οι πολιτικοί οφείλουν να τα διαφυλάξουν αποτελεσματικά, έστω και αν χρειαστεί να συγκρουστούν με τους κερδοσκόπους και τους τραπεζίτες, όπως έκανε ο πρόεδρος F. Roosevelt το 1932- 1933 για να αντιμετωπίσει τη Μεγάλη Κρίση.
Ο πρόεδρος F. Roosevelt δε δίστασε να συγκρουστεί με τα κατεστημένα τραπεζικά συμφέροντα της εποχής εκείνης. Δε φοβήθηκε. Είχε τον λαό με το μέρος του. Οι πρωτοβουλίες του πρόσφεραν τέσσερις δεκαετίες σταθερότητας στις ΗΠΑ. Ας τολμήσουν και οι νεότερες γενιές πολιτικών σε παγκόσμιο και εθνικό επίπεδο, ώστε συντονισμένα να προφυλάξουν την παγκόσμια κοινότητα από μια νέα σοβαρότερη και τραγικότερη χρηματοπιστωτική κρίση. Τα όπλα που διαθέτουν σήμερα οι χρηματοπιστωτικές αγορές είναι ‘’τοξικά” και επικίνδυνα. Η αλόγιστη χρήση τους, για την εξασφάλιση των ιδίων συμφερόντων τους, είναι βέβαιο ότι θα προκαλέσει άμεσες και παράπλευρες ανθρώπινες και υλικές ζημιές.
Η αποκατάσταση των ζημιών αυτών θα απαιτήσει δεκαετίες. Άρα θα πρέπει να απαγορευτεί η χρήση των ‘’τοξικών” όπλων των χρηματοπιστωτικών αγορών για να σωθούν κοινωνίες, οικονομίες και ανθρώπινες ζωές, αντί να επιτρέπεται σε ολίγους να πλουτίζουν αθέμιτα και προκλητικά.
Ο τίτλος του βιβλίου είναι εμπνευσμένος από την πρώτη χρηματοπιστωτική κρίση που ξέσπασε στην Ολλανδία το 1636- 1637, όταν εμφανίστηκαν για πρώτη φορά οι μεσάζοντες- ανθοπώλες στο εμπόριο της τουλίπας. Οι μεσάζοντες αυτοί μετέτρεψαν την αγορά φυσικών προϊόντων σε χρηματοπιστωτική αγορά, ώστε να μπορούν να κερδοσκοπούν σε βάρος των παραγωγών και των καταναλωτών τουλίπας. Έκτοτε η τεχνική αυτή χρησιμοποιείται σε όλο το φάσμα των χρηματοπιστωτικών αγορών, με αποτέλεσμα να δημιουργούνται ‘’φούσκες”».
Ο Π. Ρουμελιώτης κλείνει με τον ακόλουθο τρόπο το βιβλίο του:
«Πέρα από τον αδιαμφισβήτητο ρόλο των κερδοσκόπων και των τραπεζιτών στη δημιουργία και εκμετάλλευση των συνθηκών των χρηματοπιστωτικών «φουσκών», που αναδείχτηκε στο βιβλίο αυτό, ένα βασικό ερώτημα παραμένει ακόμα αναπάντητο: Θα συνεχίσει η παγκόσμια πολιτική ελίτ να διαχειρίζεται κατασταλτικά τις κρίσεις αυτές, με την ελπίδα ότι, αργά ή γρήγορα, θα επανέλθει η ανάκαμψη της παγκόσμιας οικονομίας και θα ξεχαστούν οι κοινωνικές «παράπλευρες καταστροφές» που προκάλεσαν οι κρίσεις αυτές, ώστε να εκτονωθούν οι αντιδράσεις της κοινωνίας και να αποφευχθούν οι ουσιαστικές με μεταρρυθμίσεις που θα ανατρέψουν τέτοιες κρίσεις στο μέλλον;
Η πρώτη πολιτική επιλογή οδηγεί με βεβαιότητα στην προετοιμασία των επόμενων χρηματοπιστωτικών κρίσεων. Η μέχρι τώρα ιστορική εμπειρία κατέδειξε ότι τα ισχυρότατα κερδοσκοπικά και τραπεζικά συμφέροντα, που έχουν πλέον ενισχυθεί από την παγκοσμιοποίηση και έχουν επίσης αποδυναμώσει τις εθνικές κυβερνήσεις, πετυχαίνουν, στη συντριπτική πλειονότητα των περιπτώσεων, να επιβάλουν και να δια σφαλίσουν τα δικά τους συμφέροντα, σε βάρος βέβαια των αδύναμων κοινωνικών στρωμάτων.
Τη μοναδική, ίσως, εξαίρεση στον ιστορικό αυτό κανόνα αποτέλεσε η περίπτωση της αντιμετώπισης της Μεγάλης Κρίσης που απαγόρεψε στις τράπεζες να κερδοσκοπούν με χρήματα των καταθετών τους, αποτράπηκαν νέες κρίσεις για μια σχετικά μεγάλη περίοδο. Η ανατροπή του ρυθμιστικού αυτού πλαισίου από έναν δημοκρατικό επίσης πρόεδρο (Clinton), έστω και αν στη συνέχεια ο ίδιος ζήτησε δημόσια συγγνώμη γι’ αυτή του την ενέργεια, άνοιξε και πάλι τον εύκολο δρόμο, μαζί με την παγκοσμιοποίηση, στους κερδοσκόπους και τους τραπεζίτες.
Οι τελευταίοι συνεχίζουν να αγωνίζονται, με αποτελεσματική μέχρι σήμερα επιτυχία, για την αποτροπή κάθε προοπτικής επαναφοράς ενός νέου ρυθμιστικού πλαισίου τύπου Glass-Steagall, ώστε να εξακολουθήσουν ανενόχλητα την κερδοσκοπική δραστηριότητά τους, που τους αποφέρει τεράστια κέρδη. Οι χρηματοπιστωτικές κρίσεις αποτελούν σαφέστατα μια κα τάρα για τις κοινωνίες. Ταυτόχρονα, όμως, είναι και ευκαιρίες για την ανασύνταξή τους, ώστε να διεκδικήσουν και να πετύχουν, κάτω από την πίεση της ύφεσης, της ανεργίας και της φτωχοποίησής τους, μια καλύτερη προστασία από τους κερδοσκόπους και τους τραπεζίτες, καθώς και τους πολιτικούς, που θα έπρεπε να φροντίζουν περισσότερο τα συμφέροντα της κοινωνίας και όχι των ολιγαρχών και της οικονομικής ελίτ γενικότερα.
Η δημοκρατία θα έπρεπε να προστατεύει τους πολίτες από την ασυδοσία των χρηματοπιστωτικών αγορών. Αντίθετα, είδαμε ότι στις περισσότερες περιπτώσεις, με εξαίρεση την περίοδο διακυβέρνησης των ΗΠΑ από τον πρόεδρο Franklin Roosevelt, η δημοκρατία υπέκυψε στις πιέσεις της τραπεζικής οικονομικής ελίτ και προώθησε νόμους και ρυθμιστικά πλαίσια που την ευνοούσαν, οδηγώντας σε ακόμα σοβαρότερες κρίσεις, με θηράματα τις ίδιες τις κοινωνίες.
Δεν υπάρχει καμιά αμφιβολία ότι οι χρηματοπιστωτικές αγορές είναι απαραίτητες για τη λειτουργία της οικονομίας. Αποτελούν το αιμοδοτικό σύστημα της οικονομίας. Πρέπει, λοιπόν, να λειτουργούν με βάση το όφελος της οικονομίας και της κοινωνίας γενικότερα. Η επαναρρύθμιση ενός νέου κανονιστικού πλαισίου μπορεί να τις επαναφέρει σ’ έναν ορθολογικό τρόπο λειτουργίας. Οι ελεγκτικές αρχές οφείλουν να εφαρμόζουν απαρέγκλιτα το ρυθμιστικό και κανονιστικό αυτό πλαίσιο, χωρίς εκπτώσεις και πολιτικές πιέσεις των οικονομικών ελίτ. Κι αυτό επειδή οι χρηματαγορές αποτελούν ένα «δημόσιο αγαθό», που είναι απαραίτητο για την εξασφάλιση της χρηματοδότη σης της οικονομίας και των κοινωνικών αναγκών γενικότερα. Δε θα πρέπει, λοιπόν, να αφήνονται στα χέρια των κερδοσκόπων για να πλουτίζουν και να φτωχοποιούν κοινωνίες.
Ο πρόεδρος Roosevelt τόλμησε το 1932, παρά τις αφόρητες πιέσεις των κερδοσκόπων και των τραπεζών, να προωθήσει ένα ρυθμιστικό πλαίσιο που προστάτεψε την κοινωνία από τις τραπεζικές κρίσεις. Συμμάχησε με την κοινωνία και υπερασπίστηκε τα συμφέροντά της. Το σύνθημά του προς τους συμπολίτες του ήταν: “The only thing we have to fear is fear itself” (Το μόνο πράγμα που έχουμε να φοβηθούμε είναι ο ίδιος ο φόβος)».
Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ